Την ενίσχυση του θετικού σεναρίου για την ελληνική οικονομία εξασφάλισε με τις αποφάσεις της Πέμπτης η ΕΚΤ, διασφαλίζοντας την καλή πορεία των ελληνικών εκδόσεων και τη ροή ρευστότητας προς τις τράπεζες.
Μέχρι σήμερα η EKT έχει αγοράσει από τη δευτερογενή αγορά ελληνικά ομόλογα αξίας περίπου 35 δισ. ευρώ δηλαδή περίπου το 37,5% των εμπορεύσιμων ομολόγων, βοηθώντας σημαντικά την πτώση των αποδόσεων και τη μεγάλη ζήτηση για ελληνικούς τίτλους.
Την Πέμπτη, το συμβούλιο νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, μην έχοντας άλλη λύση για την Ελλάδα, προχώρησε στην απόφαση που θέλει μετά το τέλος του PEPP το πρόγραμμα να συνεχιστεί για την Ελλάδα “καμουφλαρισμένο” μέσα στην υποχρέωση επανεπένδυσης, η οποία παρατάθηκε ως το 2024.
Πώς θα γίνει αυτό; Ας πούμε ότι σε μια χρονική περίοδο, τον Ιούνιο του 2022, όταν το PEPP θα έχει ολοκληρωθεί, έχει στο χαρτοφυλάκιό της ελληνικούς τίτλους που λήγουν αξίας 4 δισ. ευρώ. Όσο διαρκούσε το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα έπρεπε να αγοράσει τίτλους ίσης αξίας από τη δευτερογενή αγορά. Μετά τη λήξη του PEPP με τις αποφάσεις που ελήφθησαν στο τελευταίο συμβούλιο νομισματικής πολιτικής, θα μπορεί να επενδύει αδιακρίτως σε ελληνικούς τίτλους μέχρι και 3 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο 1 δισ. ευρώ θα επενδύεται είτε σε κάποια διάρκεια που αντιμετωπίζει πρόβλημα, είτε νέο ελληνικό χρέος που θα δημοπρατεί ο ΟΔΔΗΧ συντηρώντας εμμέσως ένα μέρος του PEPP.
Είναι σαφές ότι οι αγορές νέου χρέους μετά τον Μάρτιο θα είναι μικρότερες. Ωστόσο, θα είναι στοχευμένες στο να διατηρούν την καμπύλη των αποδόσεων σταθερά πτωτική μέχρι η Ελλάδα να αποκτήσει την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα. Στην πράξη η διαφορά στις αγορές τίτλων δεν θα φανεί καθώς η ελληνική αγορά έχει ακόμη μικρό “βάθος” ενώ και η εκδοτική δραστηριότητα του ΟΔΔΗΧ (το 2022 αναμένεται να κυμανθεί από 10 έως και 12 δισ. ευρώ ) είναι σχετικά περιορισμένη λόγω των χαμηλών αναγκών χρηματοδότησης του χρέους της και των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων. Το βασικότερο είναι ότι η ΕΚΤ θα είναι παρούσα για να εξομαλύνει τις όποιες “νευρικές” κινήσεις των αγορών στα ελληνικά ομόλογα.
Επόμενη κίνηση οι τράπεζες
Η επόμενη κίνηση της ΕΚΤ αναμένεται να είναι η επέκταση της εξαίρεσης στην αποδοχή ελληνικών ομολόγων ως εγγυήσεις για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τους κάτι πολύ χρήσιμο στην υλοποίηση του ΗΡΑΚΛΗ Ι και ΙΙ αλλά και σε ό,τι αφορά την αύξηση του κέρδους τους από την επανατοποθέτηση της ρευστότητας που θα αποκτούν σε TLTRO. Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ λόγω της πανδημίας και στην κατεύθυνση ενίσχυσης της κερδοφορίας για όλες τις τράπεζες της Ευρώπης λόγω της πανδημίας επέβαλε τον Μάρτιο του 2020 αρνητικό επιτόκιο 1% στον δανεισμό των τραπεζών από στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, αλλά επιτρέπει την κατάθεση στη μερίδα της κάθε τράπεζας δανείων από TLTRO με επιτόκιο -0,5% ώστε η κάθε τράπεζα να αποκομίζει όφελος. Παρότι το κέρδος αυτό θα διαρκέσει μέχρι και τον Ιούνιο δεν θεωρείται αμελητέο.
Η υψηλή ρευστότητα στις τράπεζες είναι απολύτως απαραίτητη σε μια χρονιά όπως το 2022 κατά το οποίο θα κληθούν να πρωταγωνιστήσουν χρηματοδοτώντας μικρές αλλά και μεγάλες επενδύσεις.
Συντηρείται το θετικό momentum
Εκτός από τις οικονομικές ωφέλειες της επιλογής που έκανε η ΕΚΤ υπάρχει και η συμβολική. Το θετικό αφήγημα για την πορεία της οικονομίας κινδύνευε να ανατραπεί αν δεν υπήρχε μια ομαλή μετάβαση μετά το τέλος του PEPP.
Η αναστολή της στήριξης της ΕΚΤ με το ειδικό βάρος που έχει ως θεματοφύλακας του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος παρά τα θετικά σχόλια που εισπράττει εδώ και πολύ καιρό από τους εταίρους της στην Ε.Ε. και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα έδινε το σήμα στις αγορές ότι “κάτι τρέχει με την Ελλάδα”.
Με την ψήφο εμπιστοσύνης που δόθηκε την Πέμπτη από την πρόεδρο της ΕKΤ, κυρία Κριστίν Λαγκάρντ, οι όποιες αμφιβολίες σχετικά με το μέλλον της Ελλάδας εκτός PEPP υπήρχαν το τελευταίο καιρό διαλύθηκαν . Πλέον το θετικό σενάριο για την πορεία της οικονομίας θα κυριαρχεί και το 2022 παρά τη διπλή αβεβαιότητα που δημιουργεί η συνέχιση της πανδημίας και η απειλή της συνέχισης του υψηλού πληθωρισμού.
Πηγή: Τι σηματοδοτούν οι αποφάσεις της Λαγκάρντ για την Ελλάδα